17 Μαρ 2013

Βωβούσα: Η νεράιδα των βουνών

 
Κτισμένη στις δύο όχθες του ποταμού Αώου, η Βωβούσα (Μπαϊεάσα στα βλάχικα), κοσμείται στο κέντρο της με ένα από τα ωραιότερα μονότοξα πέτρινα γεφύρια του Ζαγορίου που κτίστηκε το 1748 από τον Αλέξιο Μήσιο. Ενταγμένη στο Ανατολικό Ζαγόρι η Βωβούσα γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη κατά την περίοδο της αυτονομίας του Ζαγορίου στα πλαίσια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Ιστορικά εμφανίζεται πριν 1000 χρόνια με πέντε οικισμούς (το Μπαϊτάνι, η Πλάκα, η Αγία Παρασκευή, η Τσιάσκα και ο Άγιος Δημήτριος) που αργότερα ενώθηκαν σε ένα. Τα πρώτα στοιχεία για τον πληθυσμό της Βωβούσας υπάρχουν από το 1801, όταν η πανούκλα κτύπησε την περιοχή, με εκατοντάδες νεκρούς. Στην απογραφή του 1817 ζούσαν 270 οικογένειες με 2500 κατοίκους. Την ίδια χρονιά ληστρικές επιθέσεις Αλβανών και Βλάχων αναγκάζουν περισσότερες από 120 οικογένεις σε φυγή και αποδημούν. Στο χρονικό διάστημα από το 1824 έως το 1831, λόγω των ληστρικών επιδρομών, η Βωβούσα έμεινε ακατοίκητη.

Μετά την απελευθέρωση του 1913 η Βωβούσα απαλλάχτηκε από κάθε είδους επιδρομών και ακολούθησε μια ειρηνική πορεία έως το 1940. Το 1943 κάηκε από τους Γερμανούς. Διασώθηκε μόνον η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, αξιόλογο μνημείο του χωριού.
Το χωριό ξαναζωντανεύει στα τέλη της δεκαετίας του 50 με αρχές του 60, όπου οι λίγες οικογένειες που επιστρέφουν μέσα από δύσκολες συνθήκες ασχολούνται με την υλοτομία και την κτηνοτροφία.
Σήμερα η βασική απασχόληση των κατοίκων είναι η υλοτομία μέσω του Δασικού Συνεταιρισμού που αποτελείται από 33 μέλη. Επίσης λειτουργούν και 6 βιοτεχνίες κατεργασίας ξυλείας, στη θέση «Πριόνια», όπου παράγεται κυρίως οικοδομική ξυλεία.
Πλησιάζοντας στη Βοβούσα από το Φλαμπουράρι, οδηγώντας μέσα στην κατάκλειστη βαθυπράσινη κοιλάδα του Αώου, έχεις την απόλυτη αίσθηση ότι μπαίνεις στα σώψυχα της μεγάλης ελληνικής οροσειράςτης Πίνδου. Το χωριό λέγεται Βοβούσα από τη βοή του νερού, από το ποτάμι. Η εικόνα του χωριού καθώς το κόβει στα δύο ο Αώος μέσα σε μια κοιλάδα στα 1.000 υψόμετρο, τριγυρισμένη από θεόπυκνα αδιαπέραστα δάση με οξιές, έλατα και μαυρόπευκα, είναι κάτι που δεν ξεχνιέται εύκολα.
Το χωριό διατηρεί τα βλάχικα έθιμα, τους χορούς και την ενδυμασία. Αποτελεί μία από τις εισόδους προς τον Εθνικό Δρυμό της Βάλια Κάλντα.